Ο V-2 (γερμανικά: Vergeltungswaffe 2, «όπλο αντιποίνων 2»), με τεχνικό όνομα Aggregat 4 (A4), ήταν ο πρώτος μεγάλου βεληνεκούς[1] καθοδηγούμενος βαλλιστικός πύραυλος. Ο πύραυλος, τροφοδοτούμενος από μηχανή υγρού καυσίμου, αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου από τη Ναζιστική Γερμανία ως όπλο αντιποίνων, σχεδιασμένο για επίθεση εναντίον των συμμαχικών πόλεων ως αντίποινα για τον συμμαχικό βομβαρδισμό γερμανικών πόλεων. Ένας πύραυλος V-2 έγινε το πρώτο τεχνητό αντικείμενο το οποίο έφτασε στο διάστημα, περνώντας τη γραμμή Κάρμαν κατά την κατακόρυφη εκτόξευση του MW 18014 τις 20 Ιουνίου 1944.[2]
Η έρευνα για τις στρατιωτικές χρήσεις ενός μεγάλου βεληνεκούς πυραύλου άρχισαν όταν οι μελέτες του Βέρνερ φον Μπράουν προσέλκυσαν την προσοχή του Γερμανικού στρατού. Η κατασκευή μίας σειράς πρωτοτύπων κορυφώθηκε με το Α-4, το οποίο χρησιμοποιήθηκε στον πόλεμο ως V-2. Αρχίζοντας από τον Σεπτέμβριο του 1944, πάνω από 3.000 V-2 εκτοξεύθηκαν από τη Βέρμαχτ εναντίον συμμαχικών στόχων, αρχικά το Λονδίνο και έπειτα η Αμβέρσα και η Λιέγη. Σύμφωνα με ντοκιμαντέρ του BBC του 2011,[3] οι επιθέσεις με V-2 οδήγησαν στο θάνατο περίπου 9.000 πολιτών και στρατιωτικών και περίπου άλλοι 12.000 φυλακισμένοι σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και εργάτες πέθαναν κατά την καταναγκαστική εργασία για την παραγωγή των όπλων.[4]
Καθώς η Ναζιστική Γερμανία κατέρρευσε, ομάδες από τις συμμαχικές δυνάμεις - τις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Σοβιετική Ένωση - αγωνίζονταν να καταλάβουν πρώτες καίριες γερμανικές θέσεις κατασκευής. Ο Βέρνερ φον Μπράουν και πάνω από 100 μέλη του προγράμματος V-2 παραδόθηκαν στους Αμερικανούς. Τελικά, η αρχική ομάδα του V-2 κατέληξε να εργάζεται στο Ρέντστοουν. Οι ΗΠΑ συνέλεξαν αρκετό υλικό ώστε να φτιάξουν περίπου 80 πυραύλους. Οι Σοβιετικοί κατέλαβαν τα εργοστάσια παραγωγής μετά τον πόλεμο, ξανάρχισαν την παραγωγή των V-2 και την μετέφεραν στη Σοβιετική Ένωση.